Εμφανίσεις Περιεχομένου : 1612067
Έχουμε 4 επισκέπτες συνδεδεμένους

Ένας χαμένος έφηβος...ένας χαμένος έρωτας Εκτύπωση E-mail

17/07/2011 του Μάριου Δημητρίου

 

Εφημερίδα Σημερινή


Κωνσταντίνος ΝεοφύτουΔεν σταματούν να ψάχνουν για στοιχεία που να οδηγούν στον αγνοούμενο αδελφό τους.

Τα αδέλφια του αγνοούμενου της τουρκικής εισβολής Κωνσταντίνου Νεοφύτου, μέσω της «Σ», ψάχνουν τη Γερμανίδα που ερωτεύτηκε ο αδερφός τους το 1974 και δεν αποκλείεται ένα παιδί να είναι ο καρπός αυτής της σχέσης.

Δεν τη γνώρισαν προσωπικά, δεν ξέρουν ούτε το όνομά της ούτε την πόλη καταγωγής της ούτε πώς εξελίχθηκε η ζωή της μετά τη σχέση της με τον αδελφό τους.

Εκείνο το μοιραίο καλοκαίρι, οι δίδυμοι αδελφοί εργάζονταν σε ξενοδοχεία στην Αμμόχωστο, όπου και διέμεναν. Ο Κωνσταντίνος ήταν μπάρμαν στο «Asterias» και ο Νεόφυτος σερβιτόρος στο «Golden Sands».


Μετά από 37 χρόνια, για πρώτη φορά έλυσαν τη σιωπή τους τα αδέλφια του αγνοούμενου της τουρκικής εισβολής Κωνσταντίνου Νεοφύτου από την Άσσια, έφηβου 17 χρονών όταν χάθηκαν τα ίχνη του στο τουρκοκατεχόμενο χωριό του.

Θέλουν να μάθουν έστω το παραμικρό στοιχείο γι' αυτόν, αλλά και για ένα πρόσωπο που έπαιζε τότε σημαντικό ρόλο στη ζωή του, μια νεαρή Γερμανίδα τουρίστρια που γνώρισε στην Αμμόχωστο το καλοκαίρι του 1973 και θα συναντούσε ξανά το μοιραίο καλοκαίρι του 1974, αν δεν μεσολαβούσαν τα τραγικά γεγονότα του πραξικοπήματος και του πολέμου.


Δεν τη γνώρισαν προσωπικά τότε, δεν ξέρουν ούτε το όνομά της ούτε την πόλη καταγωγής της ούτε πώς εξελίχθηκε η ζωή της μετά τη σχέση της με τον αδελφό τους.


Ξέρουν μόνο ότι ο Κωνσταντίνος την είχε ερωτευτεί παράφορα, τους μιλούσε γι' αυτήν συχνά και ότι το αίσθημά του μάλλον ήταν αμοιβαίο, γιατί και εκείνη του έστελλε δώρα και γράμματα και θα ξαναρχόταν να τον συναντήσει στην Κύπρο τον Αύγουστο ή Σεπτέμβρη 1974.


«Δεν ήταν μια σχέση παροδική»

Κούλα ΝεοφύτουΗ 50χρονη σήμερα αδελφή του Κωνσταντίνου, Κούλα Νεοφύτου, κάτοικος Λευκωσίας, μητέρα δύο γιων 29 και 14 χρονών και γιαγιά μας 2χρονης εγγονής, μας είπε ότι η οικογένεια θα ένιωθε πολύ όμορφα αν γνώριζε και αν συναντούσε αυτή την κοπέλα, έστω μετά από τόσο πολύ καιρό (Οι γονείς Ξενοφών και Τρυφώνα, έχουν συνολικά πέντε παιδιά - την Ελένη, τους δίδυμους Κωνσταντίνο και Νεόφυτο, τον Κούλη και την Κούλα. Ο πατέρας Ξενοφών πέθανε το 1991 με τον καημό της προσφυγιάς. Η μητέρα Τρυφώνα είναι σήμερα 92 χρονών και όπως μας είπε η Κούλα, «η μητέρα μας δεν βλέπει, δεν ακούει αλλά το μυαλό της είναι ολοκάθαρο και περιμένει ακόμα να μάθει για την τύχη του αγνοούμενου Κωνσταντίνου μας»).

Η Κούλα Νεοφύτου αποκάλυψε μάλιστα και ένα επιπρόσθετο συγκλονιστικό στοιχείο της υπόθεσης αυτής, την πιθανότητα, δηλαδή, να υπήρξε και ένα παιδί, καρπός της σχέσης του αδελφού της με τη Γερμανίδα.


«Δεν επρόκειτο για τη συνηθισμένη παροδική σχέση με μια τουρίστρια», μας είπε η Κούλα Νεοφύτου. «Το μόνο που ξέρουμε, είναι ότι ήταν σίγουρα Γερμανίδα, ότι είχαν μια πολύ όμορφη σχέση που συνεχίστηκε και μετά το καλοκαίρι του ΄73. Ξέρουμε ότι είχαν αλληλογραφία, του έστειλε γράμματα και δώρα. Θυμάμαι ότι ένα-δυο μήνες πριν από την εισβολή, έτσι όπως καθόμασταν στην αυλή του σπιτιού μας στην Άσσια -εγώ τότε ήμουν 13 χρονών- συζητούσαμε, στην παρουσία του πατέρα μας, για ένα γράμμα που η Γερμανίδα είχε στείλει πρόσφατα στον Κωνσταντίνο και τον πειράζαμε, λέγοντάς του "ατε ρε, θα έρθει και θα φέρει και το μωρό". Του λέγαμε αυτό, γιατί έγραφε στην επιστολή της ότι έχει το μωρό του και ότι θα ερχόταν στην Κύπρο το καλοκαίρι, αλλά έγινε ο πόλεμος και δεν ήρθε ποτέ.


Αν υπολογίσεις τη σχέση τους από την αρχή του καλοκαιριού του ΄73, δεν θα ήταν απίθανο να υπήρξε και ένα παιδί, αλλά βεβαίως δεν το ξέρουμε αυτό με σιγουριά και δεν έχουμε κανένα στοιχείο που να το επιβεβαιώνει. Δεν ξέρω αν η κοπέλα ήξερε για τα γεγονότα της Κύπρου, δεν έχουμε κανένα στοιχείο από αυτήν. Δεν ξέρουμε αν ζει ή πέθανε, αν θέλει να τη συναντήσουμε. Για μένα, πάντως, είναι σημαντικό να τη συναντήσω, γιατί είναι συνδετικός κρίκος με τον αδελφό μου και συγκινούμαι αφάνταστα όταν συναντώ κάποιον που γνώριζε τον αδελφό μου».


Η Κούλα μάς είπε ότι μετά που άνοιξαν τα οδοφράγματα το 2003, αναπτερώθηκαν οι ελπίδες της ότι θα μπορούσε να επισκεφθεί το διαμέρισμα όπου διέμενε ο Κωνσταντίνος στην Αμμόχωστο, όμως σύντομα απογοητεύτηκε, γιατί η συγκεκριμένη περιοχή είναι απαγορευμένη από τους Τούρκους στρατιωτική ζώνη. «Λαχταρούσα να πάω εκεί και να βρω ίσως κάποιο γράμμα της κοπέλας, κάτι από τον αδελφό μου -ένα παπούτσι, μια μπλούζα, οτιδήποτε-, όμως αυτό δεν είναι δυνατό?».


Το πάθος ενός καλοκαιριού

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ που βρισκόταν πιο κοντά στον Κωνσταντίνο από κάθε άλλον, είναι σίγουρα ο δίδυμος αδελφός του Νεόφυτος, που σήμερα εργάζεται στο Σπόρτινγκ Κλαμπ της Λαϊκής Τράπεζας και ταυτόχρονα διατηρεί εργαστήρι ζωγραφικής. «Η δουλειά μου είναι η ζήση μου και το εργαστήρι μου είναι η φύση μου», μας είπε χαρακτηριστικά. Ο Νεόφυτος, που έγραψε επίσης δύο ποιητικές συλλογές και ετοιμάζει μια τρίτη, είναι πατέρας δύο θυγατέρων, 24 και 22 χρονών και ενός 17χρονου γιου - στην ίδια ηλικία που είχε εκείνος όταν βίωσε την τραγωδία του 1974.


Εκείνο το μοιραίο καλοκαίρι, οι δίδυμοι αδελφοί -που είναι μονοζυγωματικοί και πανομοιότυποι, όπως μας είπε ο Νεόφυτος- εργάζονταν σε ξενοδοχεία στην Αμμόχωστο, όπου και διέμεναν (Είχαν φοιτήσει μαζί στο Γυμνάσιο Λύσης και στη συνέχεια στην ξενοδοχειακή σχολή Λευκωσίας). Ο Κωνσταντίνος ήταν μπάρμαν στο «Asterias» και ο Νεόφυτος σερβιτόρος στο «Golden Sands». Μας είπε σχετικά:


«Δεν γνώρισα την κοπέλα προσωπικά, γιατί μέναμε σε διαφορετικά διαμερίσματα. Όμως, μου είχε μιλήσει ο Κώστας γι' αυτήν και μάλιστα πριν από το ΄74, του είχε στείλει και κάποια αναμνηστικά δώρα από τη Γερμανία. Δεν θυμάμαι να τέθηκε θέμα μωρού, αλλά μέσα στο πάθος ενός καλοκαιρινού έρωτα, όλα μπορούν να συμβούν και σίγουρα δεν αποκλείω την ύπαρξη ενός μωρού από τη σχέση τους».


Αιχμάλωτος για τον αδελφό του 

Ο ΙΣΧΥΡΟΣ δεσμός που έδενε τους δίδυμους αδελφούς, σημάδεψε τον Νεόφυτο βαθιά και ανεξίτηλα, αφού μετά που χάθηκε ο Κωνσταντίνος, ο Νεόφυτος επιχείρησε να πάει να τον βρει στην τουρκοκατεχόμενη Άσσια, με αποτέλεσμα να συλληφθεί και να κρατηθεί για ένα μήνα αιχμάλωτος από τους Τούρκους.


«Έκανα», μας αφηγήθηκε, «δύο απόπειρες μετάβασης από το Δασάκι Άχνας στην κατεχόμενα Άσσια για να βρω τον αδελφό μου. Την πρώτη στις 23 Αυγούστου 1974, μαζί με το μικρότερο αδελφό μου Κούλη και δύο φίλους μας, φτάσαμε μέχρι τη Λύση που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε πέσει στα χέρια των Τούρκων, αλλά επιστρέψαμε πίσω στο Δασάκι, μετά από παρότρυνηση δικών μας στρατιωτών που συναντήσαμε στη Λύση. Αλλά, τρεις μέρες αργότερα, στις 26 Αυγούστου, σηκώθηκα το πρωί και προχώρησα μόνος μου προς την Άσσια.


Με συνέλαβαν τρεις Τουρκοκύπριοι σε χωματόδρομο κοντά στο χωριό, αφού με καταδίωξαν με αυτοκίνητο που ακόμα θυμάμαι τον αριθμό εγγραφής του (ένα Βόλβο VA 707). Με μετέφεραν αρχικά στο αμιγές τουρκικό χωριό Κούκλια και από εκεί στη Βατυλή. Την επόμενη μέρα με μετέφεραν στο Γκαράζ Παυλίδη όπου ήδη κρατούνταν 700 - 800 Ελληνοκύπριοι αιχμάλωτοι και από εκεί στην Παλαίστρα της Ομορφίτας και στις αποθήκες της ΚΕΟ, απ' όπου με απελευθέρωσαν στις 24 Σεπτεμβρίου 1974. Ήταν για μένα μια τρομακτικά τραυματική περιπέτεια, για την οποία μίλησα δημόσια μόνο μια φορά στη ζωή μου, για την έκδοση ενός βιβλίου. Κανένας από την οικογένεια δεν μίλησε μέχρι τώρα δημόσια για τον αγνοούμενο αδελφό μας και για το βουβό δράμα που βιώνουμε εδώ και 37 χρόνια».


Ένας αποχαιρετισμός μέσα στη νύχτα 

Κούλα Νεοφύτου: «Το θέμα του Κωνσταντίνου δεν το πολυσυζητούσαμε στην οικογένεια, γιατί ξέραμε πόσο πλήγωνε τον Νεόφυτο. Το βασανιστικό είναι ότι δεν ξέρουμε τίποτε γι' αυτόν από τότε που χάθηκε, στις 20 Αυγούστου 1974 - ούτε πού πήγε ούτε πώς ούτε γιατί. Το να γνωρίζεις ότι ο άνθρωπός σου είναι σκοτωμένος, το αποδέχεσαι, ανεξάρτητα αν δεν γνωρίζεις πού είναι θαμμένος. Όμως το να μην ξέρεις το παραμικρό, είναι βασανιστικό. Τον συνέλαβαν άραγε οι Τούρκοι; Τι έγινε; Τον πήραν στην Τουρκία; Τον σκότωσαν αμέσως; Δεν είχαμε ποτέ, καμιά πληροφορία, τίποτε για τον Κωνσταντίνο. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Αμέσως μετά το πραξικόπημα και πριν από την εισβολή, οι δίδυμοι ήρθαν στο σπίτι και ξαναπήγαν στο Βαρώσι. Οι Τούρκοι είχαν αρχίσει να βομβαρδίζουν την Άσσια σποραδικά. Θυμάμαι τους πολυβολισμούς των τουρκικών αεροπλάνων, θυμάμαι τις σφαίρες γύρω μας.


Ήμασταν μικροί τότε, δεν υπολογίζαμε τον κίνδυνο, βγαίναμε και τις μαζεύαμε, ήταν τεράστιες. Στις 14 Αυγούστου, όταν άρχισε η δεύτερη φάση της εισβολής, ήρθαν στην Άσσια πρόσφυγες από το Παλαίκυθρο. Μέσα στους πολλούς αγνοούμενους της Άσσιας υπάρχουν και άτομα από αυτούς που κατέφυγαν στο χωριό μας και πιάστηκαν εκεί. Φιλοξενήσαμε στο σπίτι μας ορισμένους που δεν είχαν αυτοκίνητα. Ξεκινήσαμε λοιπόν εγώ, η αδελφή μου Ελένη και ο αδελφός μου Κούλης, να τους συνοδεύσουμε προς την πλατεία του χωριού για να βρουν λεωφορείο ή άλλο μέσο να φύγουν.


Θυμάμαι, πολύ καθαρά, ήταν μεσημέρι περίπου 1.30 μ.μ. και πήγα κάτω στο υπνοδωμάτιο και είπα στον Κωνσταντίνο "έλα να πάρουμε τους πρόσφυγες πιο κάτω". Μου είπε ότι θα μείνει να ακούσει τις ειδήσεις από τον Μπαϊράκ που μεταδίδονταν περίπου στις 2. Δεν ήρθε μαζί μας, έμεινε στο σπίτι. Σε απόσταση 200 μέτρων είναι το σπίτι της θείας μου, αδελφής της μάνας μου, όπου είχε καταφύγει η κόρη της από το Καϊμακλί που ήρθε στην Άσσια να γλιτώσει από τους τουρκικούς βομβαρδισμούς. Πηγαίνοντας εμείς προς τη θεία μου, συναντήσαμε έναν Ασσιώτη στρατιώτη που μας είπε να φύγουμε γιατί οι Τούρκοι είναι μέσα στην Άσσια.


Εμείς, αντί να επιστρέψουμε στο σπίτι μας, πήγαμε στη θεία μου. Επικρατούσε πανικός, αφού ελάχιστοι συγχωριανοί μας είχαν προλάβει να φύγουν από την Άσσια πριν έρθουν οι Τούρκοι. Τελικά οι τρεις μας μπήκαμε στο αυτοκίνητο της ξαδέλφης μας που οδηγούσε ο άντρας της, όπου ήταν και το μωρό τους και η θεία μου και πήγαμε στο Δασάκι Άχνας, σε ένα κονβόι από χιλιάδες αυτοκίνητα προσφύγων. Εκεί συναντήσαμε και τον Νεόφυτο που είχε έρθει με άλλο αυτοκίνητο.


Οι γονείς μου και ο Κωνσταντίνος δεν πρόλαβαν να φύγουν, γιατί δεν είχαν αυτοκίνητο. Το σπίτι μας ήταν ξεκομμένο από το υπόλοιπο χωριό και έτσι οι γονείς μου, όταν είδαν το κακό, έφυγαν και πήγαν στο σπίτι της θείας μου. Πρώτη τους μέριμνα ήταν να κρύψουν τον Κωνσταντίνο που φαινόταν μεγαλύτερος από τα 17 του χρόνια, για να μην τον συλλάβουν οι Τούρκοι. Εκ των υστέρων μάθαμε ότι τον έκρυψαν σε ένα άδειο μικρό δωμάτιο στο ανώι του σπιτιού. Πρέπει να πέρασε πολύ δύσκολες ώρες σε εκείνη την κρυψώνα στο σπίτι της θείας μου. Σε κάποια φάση οι Τούρκοι μάζεψαν τον κόσμο και χώρισαν τους άντρες από τις γυναίκες. Έτσι, στο σπίτι έμειναν ο πατέρας μας και ο Κωνσταντίνος, ενώ η μητέρα μου μεταφέρθηκε αλλού, με τις υπόλοιπες γυναίκες.


Τη νύχτα της 20ής Αυγούστου, όταν πλέον είχαν τελειώσει οι εχθροπραξίες, ο Κωνσταντίνος, μη αντέχοντας τον εφιάλτη που περνούσε, είπε στον πατέρα μας ότι θέλει να φύγει. Πήγαν μαζί στην εκκλησία Αγίου Προδρόμου, προσευχήθηκαν, φιλήθηκαν και ο Κωνσταντίνος ξεκίνησε από την εκκλησία να φύγει προς τις ελεύθερες περιοχές. Από εκείνη τη στιγμή του αποχαιρετισμού άνοιξε η γη και τον κατάπιε και χάθηκε κάθε ίχνος του, μέχρι σήμερα. Κανένας συγχωριανός, ούτε οποιοσδήποτε άλλος, έχει γι' αυτόν την παραμικρή πληροφορία.


Πλήρες σκοτάδι για το τι απέγινε, πού πήγε. Λίγες μέρες αργότερα, μεταφέρθηκαν από την Άσσια στο Δασάκι κοντά μας και οι γονείς μας. Στις 26 Αυγούστου 1974 φύγαμε από το Δασάκι και εγκατασταθήκαμε προσωρινά στο Γυμνάσιο Αγίου Γεωργίου Κοντού Λάρνακας».


Μήπως κρατήθηκε στο μοναστήρι της Μύρτου;

Κούλα Νεοφύτου: «Θέλω να γράψεις ότι, πριν από το 1976, είχαμε μια πληροφορία ότι σε συγκεκριμένο κελί του μοναστηρίου Αγίου Παντελεήμονα στη Μύρτου, που το χρησιμοποιούσαν οι Τούρκοι ως στρατόπεδο και φυλακές, κρατούνταν αιχμάλωτοι 6 - 7 Ελληνοκύπριοι ανήλικοι. Τρέφαμε πάντα την ελπίδα ότι ανάμεσά τους μπορεί να ήταν και ο Κωνσταντίνος μας, χωρίς βέβαια να έχουμε οποιοδήποτε στοιχείο. Η μεγάλη μου επιθυμία, μεγαλύτερη και από την επίσκεψη στην Άσσια, ήταν να πάω σε εκείνο το μοναστήρι να βρώ ίσως κάποιο στοιχείο που να μας οδηγεί στον Κωνσταντίνο.


Το 2008 έφυγε ο στρατός από το μοναστήρι και έτσι το επισκέφθηκα με τον αδελφό μου. Μπήκαμε σε όλα τα κελιά και στην εκκλησία και όλα ήταν χαραγμένα με τούρκικες λέξεις. Αφήσαμε τελευταίο το κελί όπου ξέραμε ότι κρατήθηκαν εκείνοι οι νεαροί. Το σοκ και το δέος που ένιωσα, ήταν συγκλονιστικό. Στα παράθυρα υπήρχαν κάγκελα, σαν παράθυρα φυλακής. Υπήρχαν έξι τάβλες καρφωμένες στους τοίχους, χωρίς στρώματα. Ήταν γυμνό και ήταν το μοναδικό που οι Τούρκοι είχαν ασβεστώσει και σβήσει οτιδήποτε είχε γραφτεί στους τοίχους. Πιθανολογώ ότι υπήρχαν χαραγμένες ελληνικές λέξεις και μηνύματα από τους αιχμάλωτους που έζησαν εκεί, γι' αυτό το ασβέστωσαν. Ξαναπήγα εκεί μια βδομάδα αργότερα και οι Τούρκοι είχαν αφαιρέσει τις τάβλες και φαίνονταν μόνο οι τρύπες...».


Ευχαριστίες

Θέλουμε να εκφράσουμε τις θερμές μας ευχαριστίες στο δημοσιογράφο Μάριο Δημητρίου που ευγενώς μας παραχώρησε την άδεια του να αναδημοσιεύσουμε το πιο πάνω άρθρο καθώς επίσης και την Κούλα Νεοφύτου που επίσης μας έδωσε την συγκατάθεση της να φιλοξενήσουμε το άρθρο που αφορά τον αγνοούμενο αδελφό της Κωνσταντίνο Νεοφύτου.

 
assia.org.cy | Copyright 2009 All Rights Reserved | Designed by Netcy.com